Η Κοινωνική Σύγκριση

 


Πολλές φορές αρκετοί από εμάς μπαίνουμε στη διαδικασία να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με κάποιον άλλο. Είτε πρόκειται για κάποιο χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς μας, σε σχέση με άλλον ή για κάποιο προσωπικό μας επίτευγμα, η κοινωνική σύγκριση είναι καλά εδραιωμένη στις κοινωνικές σχέσεις. Αυτή η ενασχόληση δεν περιορίζεται μόνο στα άτομα του κοινωνικού μας κύκλου (π.χ. φίλοι, γνωστοί κλπ.). Είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο να συγκρίνουμε εμάς τους ίδιους με διάσημα άτομα και γενικότερα με όσους διαθέτουν κάποιο υψηλό κοινωνικό στάτους και φήμη. Αξιολογούμε εμάς και τους άλλους σε διάφορους τομείς, όπως στην ευφυΐα, στην ελκυστικότητα, στον πλούτο και στην επιτυχία. Μάλιστα, σύμφωνα με κάποιες μελέτες το 10% των σκέψεών μας περιλαμβάνει συγκρίσεις κάποιου είδους.

Η θεωρία της κοινωνικής σύγκρισης προτάθηκε για πρώτη φορά από τον ψυχολόγο Leon Festinger το 1954. Πρότεινε ότι οι άνθρωποι έχουν μία έμφυτη τάση να αξιολογούν τον εαυτό τους, συχνά σε σχέση με τους άλλους. Ο Festinger πίστευε ότι εμπλεκόμαστε σε αυτή τη διαδικασία σύγκρισης, ώστε να καθορίσουμε ένα σημείο αναφοράς, σύμφωνα με το οποίο μπορούμε να κάνουμε ακριβείς εκτιμήσεις για τον εαυτό μας. Η μετέπειτα έρευνα έδειξε ότι όσοι συγκρίνουν τακτικά τον εαυτό τους με τους άλλους μπορεί να βρουν κίνητρα για βελτίωση. Μπορεί, επίσης, να βιώσουν αισθήματα βαθιάς δυσαρέσκειας, ενοχές, τύψεις και να συμμετάσχουν σε καταστροφικές συμπεριφορές, όπως τη διαταραγμένη πρόσληψη τροφής ή να πουν ψέματα.

Είδη κοινωνικής σύγκρισης

Στις περισσότερες περιπτώσεις, προσπαθούμε να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τα άτομα από την ομάδα των συνομηλίκων μας ή με όσους είμαστε όμοιοι. Η κοινωνική σύγκριση στην οποία προβαίνουμε, διέπεται από δύο είδη. Το πρώτο είναι η ανοδική κοινωνική σύγκριση. Αυτή συμβαίνει όταν μπαίνουμε στη διαδικασία σύγκρισης με άτομα που πιστεύουμε ότι είναι καλύτερα από εμάς σε κάποιον τομέα. Οδηγούμαστε σε αυτή την ενέργεια, επειδή θέλουμε να βελτιώσουμε το επίπεδο ικανότητάς μας σε μια δεξιότητα. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να επιθυμεί να αξιολογήσει την ικανότητά του ως κολυμβητής. Την ώρα που κάνει την προπόνησή του θα παρατηρήσει άλλους αθλητές να επιτελούν με συγκεκριμένο τρόπο ορισμένες τεχνικές, δίνοντάς τους καλύτερη απόδοση. Έτσι, ενώ ίσως νιώσει λίγο αποθαρρημένος από αυτή τη σύγκριση, αποκτάει κίνητρο ώστε να επιτύχει ένα παρόμοιο βαθμό επιδεξιότητας με τους υπόλοιπους συναθλητές του.

Το δεύτερο είδος είναι η πτωτική κοινωνική σύγκριση. Αυτή συμβαίνει όταν συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλους που είναι χειρότεροι από εμάς σε κάποια κατάσταση. Αυτές οι συγκρίσεις επικεντρώνονται συχνά στο να νιώθουμε καλύτερα για τις ικανότητες ή τα χαρακτηριστικά μας. Προβαίνουμε σε αυτές όταν θέλουμε να νιώσουμε καλύτερα για τον εαυτό μας. Όσον αφορά το παραπάνω παράδειγμα, μπορεί αυτός ο άνθρωπος να συγκρίνει τις ικανότητές του με κάποιον που δεν εφαρμόζει και πολύ σωστά τις τεχνικές κολύμβησης. Αυτομάτως, θα συμπεράνει ότι βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο από εκείνον. Έτσι, καθώς το παρατηρεί αυτό, νιώθει ακόμα καλύτερα για τις δικές του ικανότητες.

Ωστόσο, χρειάζεται προσοχή με αυτές τις συγκρίσεις. Κάποιες ενδέχεται να μας δημιουργήσουν ανασφάλεια, ζήλια, αισθήματα ανεπάρκειας και λιγότερες πιθανότητες να επιδιώξουμε έναν στόχο. Άλλες ίσως μας δημιουργήσουν υπερβολική αυτοπεποίθηση και αλαζονεία. Όμως, με την κατάλληλη διαχείριση μπορούν να μας δώσουν αυτοπεποίθηση και να βοηθήσουν στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησής μας.

Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε την κοινωνική σύγκριση;

Παρά τη συχνή συνήθειά μας και την ευκολία με την οποία πέφτουμε σε αυτή τη νοητική παγίδα, υπάρχουν κάποιοι τρόποι για να αντιμετωπίσουμε αυτό το ζήτημα. Καταρχάς, είναι σημαντικό να έχουμε κάποια πρότυπα. Μέσα από αυτά μπορούμε να πάρουμε οφέλη από τις επιτυχίες τους (π.χ. τι δουλεύει καλά για αυτούς ή τα προσωπικά τους κίνητρα). Όλα αυτά χωρίς να ενσωματώνουμε το στοιχείο της ανταγωνιστικότητας στις δικές μας σχέσεις. Για παράδειγμα, εάν σε κάποιον αρέσει η πυγμαχία είναι προτιμότερο να έχει πρότυπο έναν επαγγελματία πυγμάχο, παρά ένα φίλο. Έτσι, όταν αυτός ο πυγμάχος επιτυγχάνει διάφορα, το άτομο εδώ δε θα νιώθει μειονεκτικά, σε αντίθεση, ίσως, με την περίπτωση που είχε πρότυπο το φίλο του.

Επίσης, χρήσιμη θα ήταν η δημιουργία ενός κύκλου υποστήριξης. Η συμμετοχή ατόμων σε μία ομάδα που έχουν έναν κοινό σκοπό παραμερίζει τον ανταγωνισμό. Δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την καλλιέργεια αλληλεγγύης και υποστήριξης του ενός στον άλλο. Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό, είναι αρκετά βοηθητικό να υπολογίζουμε και να αντιλαμβανόμαστε τις επιτυχίες μας. Ειδικά τη στιγμή που νιώθουμε ζήλια για τις νίκες κάποιου άλλου, η ενθύμηση των δικών μας νικών και επιτυχιών είναι ωφέλιμη. Γενικότερα, η ευγνωμοσύνη για τις δικές μας επιτυχίες, αλλά και για τα μαθήματα που παίρνουμε από τις αποτυχίες είναι υψίστης σημασίας για μία θετικότερη διάθεση.

 

Γράφει ο George James


Πηγή:

Κοινωνική σύγκριση: γιατί καταφεύγουμε σε αυτή


Σχόλια