Εργασιακός Εκφοβισμός ή αλλιώς το Σύνδρομο Mobbing

 


Ο εκφοβισμός στον εργασιακό χώρο υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια και όσοι το έχουν βιώσει έχουν να το θυμούνται για πάντα. Συμβαίνει παγκοσμίως και σε κάθε εργασιακό περιβάλλον.

Ο εκφοβισμός θεωρείται συνήθως ως πράξη ή λεκτική παρατήρηση από άτομο ή ομάδα ατόμων με σκοπό να βλάψουν ή να απομονώσουν ένα άλλο άτομο στο χώρο εργασίας. Μερικές φορές, ο εκφοβισμός μπορεί να περιλαμβάνει και αρνητική φυσική επαφή. Ο εκφοβισμός συνήθως συνεπάγεται επανειλημμένα περιστατικά ή συμπεριφορά που αποσκοπεί να εκφοβίσει, να προσβάλει, να υποβαθμίσει ή να εξευτελίσει ένα συγκεκριμένο άτομο.

Ο εργασιακός εκφοβισμός προκαλεί διαταραχές στον ύπνο, κρίσεις πανικού, προβλήματα συγκέντρωσης, πονοκεφάλους, ταχυκαρδία, εξουθένωση σωματική και ψυχολογική και πολλά άλλα.

Το Σύνδρομο «Mobbing»

Ο όρος mobbing προέρχεται από την αγγλική λέξη mob που σημαίνει επιτίθεμαι, περικυκλώνω, ενοχλώ και εκφράζει σήμερα τη συστηματική ψυχολογική επίθεση και στρατηγική περιθωριοποίησης που δέχονται στο εργασιακό περιβάλλον, από τους ιεραρχικά ανωτέρους ή και τους συναδέλφους οι ανεπιθύμητοι, για διάφορους λόγους, εργαζόμενοι. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε το 1800 από τους βρετανούς βιολόγους, στη περιγραφή της επιθετικής συμπεριφοράς κατά την πτήση, ορισμένων ειδών αποδημητικών πουλιών.

Το 1900, ο ηθολόγος Konrad Lorenz το χρησιμοποιεί για να ερμηνεύσει την εχθρική συμπεριφορά της πλειοψηφίας της αγέλης, έναντι των αδύνατων ζω ων της ίδιας ράτσας.

Ο γερμανός ψυχολόγος Heinz Leyman, ένας ίσως από τους εγκυρότερους σύγχρονους μελετητές της ψυχολογίας της εργασίας, είναι ο πρώτος, που στη δεκαετία του ’80, αποδίδει τον όρο στην ανθρώπινη κοινωνία, περιγράφοντας το σύνολο των αρνητικών επιδράσεων στην υγεία, από την ηθική παρενόχληση στους εργασιακούς χώρους, ως «σύνδρομο mobbing».

Τα τελευταία χρόνια στους εργασιακούς χώρους αναπτύχθηκε ένα νέο φαινόμενο γνωστό ως σύνδρομο mobbing, το οποίο, αν και η πραγματική διάσταση του δεν είναι ακόμα γνωστή, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων.

Το σύνδρομο mobbing ορίζεται ως «η άσκηση, στο πλαίσιο των σχέσεων μεταξύ συναδέλφων ή μεταξύ ανωτέρου και κατωτέρου στην ιεραρχία, μιας συστηματικής και διαρκούς επίθεσης σε βάρος ενός προκαθορισμένου θύματος προκειμένου να ωθηθεί στο να εγκαταλείψει τη θέση εργασίας του».

Το σύνδρομο mobbing ορίζεται ως «κατ’ επανάληψη υβριστική συμπεριφορά, εντός ή εκτός της επιχείρησης ή του οργανισμού που εκδηλώνεται ειδικότερα με ενέργειες, λόγια, εκφοβισμούς, πράξεις, χειρονομίες, τρόπους οργάνωσης της εργασίας και μονομερή γραπτά κείμενα που έχουν χαρακτήρα ή σκοπό να προσβάλλουν την προσωπικότητα, την αξιοπρέπεια ή τη σωματική ή ψυχική ακεραιότητα του εργαζομένου κατά την εκτέλεση της εργασίας του, να θέσουν σε κίνδυνο τη θέση απασχόλησής του ή να δημιουργήσουν εχθρικό, εκφοβιστικό, υποτιμητικό, ταπεινωτικό ή προσβλητικό εργασιακό περιβάλλον». Ακόμη εκφράζει τη δολιότητα που αναπτύσσεται μεταξύ συναδέλφων και αποσκοπεί στην εξάλειψη των ανταγωνιστών, μέσα από μια συνεχή αντισυναδελφική συμπεριφορά».

Το σύνδρομο mobbing δεν αποτελεί μια αυτούσια νοσολογική οντότητα αλλά το πλαίσιο για επανειλημμένες ψυχολογικές ή άλλου τύπου και βαθμού επιθέσεις που περιλαμβάνουν διαρκείς και αδικαιολόγητες επικρίσεις και συκοφαντίες, ανάθεση άχαρων και υποτιμητικών καθηκόντων, καθώς και για ενέργειες που θα μπορούσαν να θίξουν την επαγγελματική και κοινωνική εικόνα του θύματος στο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων.

Οι διαστάσεις του φαινομένου δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθούν. Οι πρώτες επιστημονικά τεκμηριωμένες μελέτες δείχνουν ότι το mobbing προκαλεί καταστροφικά αποτελέσματα στη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζόμενων και κατ’ επέκταση, των οικογενειών τους.

Η προσβλητική μεταχείριση οδηγεί πολλούς εργαζόμενους σε μακροχρόνια απουσία από την εργασία, λόγω ανικανότητας προς εργασία, ή τους αναγκάζει να παραιτηθούν.

Σύμφωνα με τη γαλλίδα ψυχίατρο Marie France Hirigoyen, ο «δράστης» είναι μια προσωπικότητα που ικανοποιείται «πληγώνοντας» τους συνανθρώπους του και αναπτύσσει την αυτοεκτίμησή του, μεταφέροντας στους άλλους τον «πόνο» που αδυνατεί να αισθανθεί, αλλά και τις εσωτερικές του αντιθέσεις που αρνείται να επεξεργαστεί.

Το σύνδρομο mobbing εκδηλώνεται κυρίως με σοβαρές επιπτώσεις που μπορεί να λάβουν τη μορφή αυξημένων δυσκολιών συνεργασίας, μειωμένης αντοχής στο άγxος, σωματικής δυσφορίας, καταχρήσεων και ψυχολογικών αντιδράσεων.

Επίσης μπορεί να επιφέρει στον εργαζόμενο δυσκολίες στον ύπνο, κατάθλιψη, ανάπτυξη διαφόρων μορφών μανίας, κάποιες φορές έντονη επιθετικότητα, σωματική κόπωση ή/και τάσεις αυτοκτονίας. Αν δε σταματήσει άμεσα η παρενόχληση, δεν ερευνηθούν οι αιτίες που την προκάλεσαν στον εργασιακό χώρο και δε ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, υπάρχει ο κίνδυνος τα προβλήματα να γίνουν τόσο σοβαρά ώστε να χρειαστεί μακροχρόνια ιατρική και ψυχοθεραπευτική φροντίδα από ειδικούς.

Οι αρνητικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις, σε ότι αφορά την αποδοτικότητα και τις οικονομικές επιδόσεις είναι σημαντικές, καθώς παρατηρήθηκε ότι το επίπεδο απόδοσης ενός εργαζόμενου που υφίσταται mobbing, μπορεί να σημειώσει πτώση κατά 80% όσον αφορά τις ικανότητές του, τις αντιστάσεις του στο εργασιακό άγxος και την προσοχή του, με αποτέλεσμα την εκδήλωση ψυχικής ή σωματικής ασθένειας που θα τον οδηγήσει σε απουσιασμό.

Το mobbing οδηγεί σε ασθένειες που σχετίζονται με το εργασιακό άγxος και συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για την υγεία, καθώς υφίσταται σαφής σχέση μεταξύ αφ’ ενός της ηθικής παρενόχλησης και αφ’ ετέρου του άγxους και της εργασίας με υψηλό βαθμό έντασης, αυξημένο ανταγωνισμό και μειωμένη αίσθηση εργασιακής ασφάλειας.

Εθνικές νομοθεσίες (Ιταλία, Σουηδία, Γερμανία), αναγνωρίζουν πλέον το σύνδρομο mobbing ως επαγγελματική ασθένεια και ως βασική αιτία για την εκδήλωση σοβαρών εργατικών ατυχημάτων.

Σημαντικό είναι να διευρυνθεί και να καταστεί σαφής η ευθύνη των εργοδοτών όσον αφορά την καταβολή συστηματικών προσπαθειών για την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας με σκοπό την επίτευξη ενός ικανοποιητικού εργασιακού περιβάλλοντος. Η προληπτική δράση στον τομέα του εργασιακού περιβάλλοντος πρέπει να αποβλέπει μεταξύ άλλων και στην καταπολέμηση της παρενόχλησης στους χώρους εργασίας, λαμβάνοντας υπ’ όψη τόσο την ηθική όσο και τη νομική διάσταση του θέματος.

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου για τον Εργασιακό Εκφοβισμό στις ΗΠΑ (Workplace Bullying Institute), κάποιες από τις συνηθέστερες τακτικές που ασκεί ο εργασιακός θύτης στο θύμα του είναι οι εξής:

  • Κατηγορεί το θύμα για “λάθη” που ποτέ δεν έκανε.
  • Κοιτάζει τον “στόχο” του επίμονα ή άγρια με σκοπό να τον εκφοβίσει με μη λεκτικό τρόπο.
  • Υποτιμά τις σκέψεις, προτάσεις, ακόμα και συναισθήματα του θύματος χρησιμοποιώντας διάφορους χαρακτηρισμούς.
  • Η διάθεσή του αλλάζει χωρίς προφανή λόγο, βγαίνοντας “εκτός ελέγχου” μπροστά στην ομάδα.
  • Ασκεί σκληρή και επαναλαμβανόμενη κριτική στο θύμα, αποφεύγοντας συστηματικά να τον επιβραβεύσει ή να δείξει ικανοποίηση ακόμα και σε υποδειγματική δουλειά.
  • Φωνάζει στον στόχο του μπροστά στους συναδέλφους του, με σκοπό να τον ταπεινώσει.
  • Τον σχολιάζει εν αγνοία του στην υπόλοιπη ομάδα, ενθαρρύνοντας την τους συναδέλφους του να τον απομονώσουν είτε φυσικά είτε κοινωνικά.
  • Οικειοποιείται δουλειά του “στόχου” του, ώστε οι έπαινοι να αποδοθούν στον ίδιο.
  • Επηρεάζει τη διαδικασία αξιολόγησης, μεταφέροντας ψευδείς πληροφορίες για το θύμα ή την απόδοσή του στην εργασία του.
  • Χαρακτηρίζει τον “στόχο” απείθαρχο ή ανίκανο, επειδή δεν υπάκουσε ή δεν εφήρμοσε αυθαίρετες και μη σαφείς εντολές του.
  • Εκδικείται το θύμα του όταν εκείνο εκφράσει ένα παράπονο.
  • Κατηγορεί ή εμπαίζει τον “στόχο” του με αφορμή το φύλο, την εμφάνιση, την κοινωνική θέση, κάποια σωματική δυσλειτουργία κλπ.
  • Αναθέτει στο θύμα του μη επιθυμητή εργασία με σκοπό την τιμωρία.
  • Σαμποτάρει τη συνεισφορά του “στόχου” σε μια ομαδική προσπάθεια.
  • Επιδιώκει συστηματικά να κάνει το θύμα του να παραιτηθεί, με την προσπάθεια αυτή να μη διακόπτεται από τον εργοδότη.
  • Έχει μη ρεαλιστικές απαιτήσεις από τον στόχο του με σκοπό να τον απομονώσει ή να υποβιβάσει τη δουλειά του.

«Όλοι γνωρίζουν, κανείς δε μιλά»

Αν και τις περισσότερες φορές ο εργασιακός εκφοβισμός γίνεται αντιληπτός από τους συναδέλφους του θύματος, εκείνοι επιλέγουν να αποσιωπήσουν το γεγονός, ώστε να μη γίνουν στόχοι και ίδιοι. Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, στην πραγματικότητα “θρέφουν” το εργασιακό bullying, γίνονται συνένοχοι και πιθανότατα, τα μελλοντικά θύματα.

Γιατί ο εργαζόμενος – θύμα πολλές φορές σιωπά

Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που κάνει τον εργαζόμενο – θύμα να μην αντιδρά στην εργασιακή ψυχολογική κακομεταχείριση που υφίσταται, είναι ότι πολλές από τις τακτικές που εφαρμόζει ο εργασιακός θύτης δεν είναι εύκολα “ανιχνεύσιμες”, καθώς όσοι προβαίνουν σε τέτοιου είδους συμπεριφορές, δεν κάνουν -φαινομενικά- κάτι ενάντια στον νόμο, φροντίζοντας επιμελώς να “κρύψουν” ότι πρόκειται περί στοχευμένης ενέργειας. Η έλλειψη, λοιπόν, «χειροπιαστών» τεκμηρίων σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, ανάγκασε πολλούς εργαζομένους να ανέχονται ακραίες συμπεριφορές στην εργασία τους, υπό τον φόβο της ανεργίας και του στιγματισμού.

Η λεκτική βία αποτελεί ποινικό αδίκημα και μάλιστα, αυτό της εξύβρισης. Στην περίπτωση δε, που περιέχει σεξιστικά στοιχεία, ο δράστης μπορεί να διαπράττει το αδίκημα της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Και τα δυο, προϋποθέτουν μήνυση από το θύμα εντός τριμήνου προθεσμίας από το συμβάν.

Από την άλλη, η ηθική παρενόχληση δύναται να συνιστά διάκριση, παραβιάζοντας την αρχή της ίσης μεταχείρισης, όταν συντελείται από προϊστάμενο σε υφιστάμενο και καταλήγει σε δυσμενή διάκριση σε βάρος του τελευταίου.

Επιπλέον, κάθε ηθική παρενόχληση αποτελεί προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου και επομένως, στοιχειοθετεί ηθική βλάβη σε βάρος του.

Τέλος, το mobbing όταν εισχωρεί στα καθήκοντα εργασίας σε μεγάλο βαθμό, μπορεί να θεωρηθεί ως μονομερής βλαπτική μεταβολή και ο εργαζόμενος μπορεί να θεωρήσει ότι καταγγέλλεται η σύμβαση εργασίας, αξιώνοντας παράλληλα τη νόμιμη αποζημίωση.

Πιο συγκεκριμένα, ο εργαζόμενος που υφίσταται ηθική παρενόχληση διαθέτει ενδεικτικά τις εξής νομικές διεξόδους:

  • Υποβολή μήνυσης για παραβίαση της αρχής ίσης μεταχείρισης καθώς και για επιμέρους στοιχειοθετούμενα αδικήματα του ποινικού κώδικα, όπως η εξύβριση (361 ΠΚ), η συκοφαντική δυσφήμιση (363 ΠΚ), η εκβίαση (385 ΠΚ) κλπ.
  • Άσκηση αγωγής καταβολής αποζημίωσης για την πρόκληση ηθικής και υλικής βλάβης σε βάρος του εργαζομένου.
  • Άσκηση αγωγής καταβολής αποζημίωσης απόλυσης λόγω μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας και εξαναγκασμού σε παραίτηση.
  • Αγωγή για την ακύρωση της καταγγελίας της σύμβασης για λόγους εμπάθειας, εκδίκησης ή και καταχρηστικότητας στο πρόσωπο του εργαζομένου.
  • Αναφορές στο Σ.ΕΠ.Ε. και στο Συνήγορο του Πολίτη για επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε βάρος του εργοδότη.
  • Αγωγή κατά του εργοδότη για αποζημίωση εργαζομένου σε περίπτωση πρόκλησης εργατικού ατυχήματος ή επέλευσης επαγγελματικής νόσου.

Η αντιμετώπιση της ηθικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας προϋποθέτει τον σεβασμό της ανθρώπινης αξίας και αξιοπρέπειας, την κατάργηση των διακρίσεων, την προστασία της ψυχικής και σωματικής υγείας των εργαζομένων, τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Κρίνεται δε, ιδιαίτερα σημαντική η δυνατότητα αναγνώρισης ενός τέτοιου φαινομένου, καθώς και η προσφορά τόσο της κατάλληλης νομικής βοήθειας όσο και της συχνά απαραίτητης ψυχολογικής στήριξης.

 

Γράφει ο George James


Πηγές:

Εργασιακός εκφοβισμός: Τι είναι – Πώς να τον αντιμετωπίσετε νομικά

Τι είναι το σύνδρομο mobbing (ψυχολογική τρομοκρατία των εργαζομένων) και το σύνδρομο burn-out των γιατρών, δασκάλων, και λοιπών κοινωνικών λειτουργών στο χώρο εργασίας


 


Σχόλια