«Η Μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ»: η αληθινή ιστορία του Richard Jewell που έγινε ταινία με σκηνοθέτη τον Clint Eastwood

 


Το 1996, ο Ρίτσαρντ Τζούελ (Richard Jewell) έγινε ήρωας όταν εκκένωσε με επιτυχία τους επισκέπτες ενός πάρκου, πριν γίνει μια έκρηξη βόμβας στο Ολυμπιακό Πάρκο Centennial της Ατλάντα. Όταν όμως τα Μ.Μ.Ε. έφεραν στο φως αναφορές ότι το FBI τον θεωρούσε πρώτο ύποπτο, ξέσπασε μια κόλαση και από ήρωας έγινε κακοποιός.

Τα Μ.Μ.Ε. σε ολόκληρη τη χώρα έδιναν στον Τζούελ την εικόνα ενός ελεεινού επίδοξου αστυνομικού που ήταν απελπισμένος να τον παίξει ήρωας, ο οποίος θα έφτανε στο σημείο να σκοτώσει ώστε να σταθεροποιήσει την αξιοζήλευτη φήμη του. Όμως, στην πραγματικότητα, το FBI σταμάτησε αμέσως την έρευνα εναντίον του, και χρόνια αργότερα κατηγορήθηκε κάποιος άλλος. Ήταν ήδη όμως πολύ αργά για τον Τζούελ, του οποίου το όνομα αμαυρώθηκε αμετάκλητα.

Αυτή η διάσημη υπόθεση έγινε ταινία με τίτλο "Richard Jewell" (Η Μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ), που σκηνοθέτησε ο Κλιντ Ίστγουντ με τον Πολ Γουόλτερ Χάουζερ στον ρόλο του Ρίτσαρντ Τζούελ, ως υπενθύμιση του τρόπου με τον οποίο η βιαστική κρίση μπορεί να καταστρέψει τις ζωές.

Ποιος ήταν ο Ρίτσαρντ Τζούελ;

Ο Τζούελ (στο κέντρο), η μητέρα του (αριστερά) και οι δικηγόροι του κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου όταν καθαρίστηκε το όνομά του.

Πριν σοκάρει τη δημόσια συνείδηση, ο Τζούελ ζούσε μια αρκετά καθημερινή ζωή. Γεννήθηκε ως Richard White στο Ντάνβιλ της Βιρτζίνια το 1962 και μεγάλωσε σε ένα αυστηρό σπίτι Βαπτιστών από τη μητέρα του, την Bobi. Στα τέσσερά του, η μητέρα του χώρισε τον ερωτύλο πατέρα του και σύντομα παντρεύτηκε τον John Jewell, ο οποίος υιοθέτησε τον Ρίτσαρντ σαν δικό του παιδί. Στα έξι του, η οικογένεια μετακόμισε στην Ατλάντα. Σαν παιδί, δεν είχε πολλούς φίλους, αλλά ο παθιασμένος με τον στρατό και την ιστορία έβρισκε πράγματα να κάνει μόνος του.

"Ήθελα να γίνω αθλητής, αλλά δεν ήμουν αρκετά καλός", δήλωσε στο Vanity Fair το 1997. Όταν δε διάβαζε βιβλία για τους Παγκόσμιους Πολέμους, βοηθούσε είτε τους δασκάλους, είτε έκανε εθελοντικές δουλειές στο σχολείο, όπως για παράδειγμα σχολικός τροχονόμος ή χειριζόταν τον προβολέας της βιβλιοθήκης. Το όνειρό του ήταν να γίνει μηχανικός αυτοκινήτων. Έτσι, μετά το γυμνάσιο, εγγράφηκε σε μια τεχνική σχολή στη νότια Τζόρτζια. Όμως, μετά από μόλις τρεις μέρες στο νέο του σχολείο, η μητέρα του ανακάλυψε ότι ο πατριός του τους είχε εγκαταλείψει. Ο Τζούελ έφυγε από το νέο του σχολείο για να είναι με τη μητέρα του. Ακολούθησαν διάφορες παράξενες δουλειές, όπως η διαχείριση ενός τοπικού καταστήματος γιαουρτιού, μέχρι να εργάζεται ως φύλακας στο γραφείο του σερίφη του Habersham στην βορειοανατολική Τζόρτζια.

Ο δικηγόρος του Τζούελ με ένα πρωτοσέλιδο της Atlanta Journal κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.

"Έγινε υπερβολικά προστατευτική. Πρόσεχε φοβούμενη ότι θα έκανα το ίδιο που έκανε ο πατέρας μου. Ήμουν 18 ή 19. Δούλευα. Ποτέ δεν της άρεσαν τα ραντεβού μου, αλλά δεν της το κράτησα ποτέ. Είχαμε πάντα τη δυνατότητα να στηρίζουμε ο ένας τον άλλο", δήλωσε για τη μητέρα του.

Πολύ σύντομα, σκέφτηκε να ασχοληθεί με την επιβολή του νόμου. Το 1991, μετά από ένα χρόνο εργασίας ως φρουρός, προήχθη σε αναπληρωτή βοηθό σερίφη και εστάλη για εκπαίδευση, όπου αποφοίτησε ανάμεσα στους πρώτους. Από εκεί και πέρα, φαινόταν ότι βρήκε την κλήση του.

"Για να καταλάβετε τον Ρίτσαρντ Τζούελ, πρέπει να γνωρίζετε ότι είναι αστυνομικός. Μιλάει σαν αστυνομικός και σκέφτεται σαν αστυνομικός", δήλωσε ο δικηγόρος του κατά τη διάρκεια της έρευνας για τον εκρηκτικό μηχανισμό. Η δέσμευση του Ρίτσαρντ να διατηρήσει το γράμμα του νόμου ήταν προφανής από την ομιλία του και τον τρόπο με τον οποίο μιλούσε για πράγματα σχετικά με την αστυνομία -ακόμα και μετά την κακομεταχείριση του από το FBI.

Μερικές φορές, η υπερβάλλον ζήλος του οδήγησε σε περιττές συλλήψεις του. Συνελήφθη επειδή υποδύθηκε έναν αστυνομικό και τέθηκε υπό επιτήρηση με την προϋπόθεση ότι θα πήγαινε σε ψυχολόγο. Όταν κατέστρεψε το περιπολικό του και υποβιβάστηκε και πάλι σε φρουρό, παραιτήθηκε από το γραφείο του σερίφη και βρήκε εργασία ως αστυνόμος στο Piedmont College, μια μικρή σχολή τεχνών. Η σκληρή αστυνόμευση των φοιτητών από τον Τζούελ προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους επικεφαλής της σχολής. Σύμφωνα με τις αρχές της σχολής, αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του. Η έντονη εκτίμηση του Τζούελ για την επιβολή του νόμου αργότερα παρουσιάστηκε ως εμμονή, η οποία θα μπορούσε να τον παρακινήσει να λάβει ακραία μέτρα για να επιτύχει την αναγνώριση.

Το συμβάν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996

Ένας πέθανε και εκατοντάδες τραυματίστηκαν σοβαρά στο Ολυμπιακό Πάρκο Centennial.

Με την έξαψη των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1996 στην Ατλάντα, ένας δρόμος μόλις 90 λεπτά με το αυτοκίνητο από την κομητεία Habersham, ο Τζούελ πίστεψε ότι υπήρχε κάποια θέση ως ασφάλεια που τον περίμενε εκεί. Φαινόταν σαν η κατάλληλη στιγμή, μιας και η μητέρα του, που ζούσε ακόμα στην Ατλάντα, σχεδίαζε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στα πόδια. Ανέλαβε μια θέση ως φύλακας σε 12ωρη νυχτερινή βάρδια. Ούτε που το φανταζόταν ότι η νέα του δουλειά, σύντομα, θα διατάρασσε την ζωή του.

Στις 26 Ιουλίου του 1996, σύμφωνα με τον Τζούελ, στις 4:45 μ.μ. έφυγε από το σπίτι της μητέρας του για το Ολυμπιακό Πάρκο, όπου έφτασε στο περίπτερο της AT&T 45 λεπτά αργότερα.

Φωτογράφοι, τηλεοπτικά συνεργεία και δημοσιογράφοι έξω από το διαμέρισμα του Τζούελς.

Στις 10 μ.μ. έκανε ένα διάλειμμα λόγω ενοχλήσεων στο στομάχι του. Λόγω αυτού, ο Τζούελ χρησιμοποίησε την πλησιέστερη τουαλέτα, η οποία δεν ήταν για το προσωπικό, αλλά ο φύλακας τον άφησε να περάσει. Όταν επέστρεψε στη θέση του, κοντά σε έναν πύργο ήχου και φωτός σε μια μουσική σκηνή, παρατήρησε μια ομάδα μεθυσμένων να πετάνε σκουπίδια γύρω τους. Αργότερα, είπε σε έναν πράκτορα του FBI ότι θυμόταν ότι είχε ενοχληθεί από την ομάδα επειδή είχαν προκαλέσει ένα χάος και ενοχλούσαν το τηλεοπτικό συνεργείο. Ως αυτόκλητος τιμωρός που ήταν, πήγε να αναφέρει τους μεθυσμένους. Στο δρόμο του, παρατήρησε ένα πράσινο, σε στρατιωτικό στυλ σακίδιο που είχε μείνει χωρίς επιτήρηση κάτω από ένα παγκάκι. Στην αρχή, δεν το πολυσκέφτηκε, και μάλιστα αστειεύτηκε για το περιεχόμενο της τσάντας με τον Tom Davis, έναν πράκτορα από το Georgia Bureau of Investigation (GBI).

"Σκεφτόμουν, 'είμαι βέβαιος ότι ένας από αυτούς τους το άφησε'", είπε ο Τζούελ. "Όταν επέστρεψε ο Davis και είπε ότι δεν ανήκε σε κανέναν, τότε ανατρίχιασα. Σκέφτηκα, 'Αυτό δεν είναι καλό'".

Τόσο ο Τζούελ όσο και ο Davis εκκένωσαν γρήγορα τους θεατές -από μια περιοχή 2,3 τετ. μέτρων γύρω από το μυστηριώδες σακίδιο. Ο ίδιος ο Τζούελ πήγε δύο φορές στον πύργο για να πει στους τεχνικούς να φύγουν. Περίπου στις 1:25 π.μ. στις 27 Ιουλίου του 1996, το σακίδιο εξερράγη, στέλλοντας θραύσματα στο πλήθος. Μετά από την βομβιστική επίθεση, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο δράστης είχε βάλει καρφιά μέσα σε μια σωληνοειδή βόμβα, μια κατασκευή που είχε ως στόχο να προκαλέσει τεράστια ζημιά.

Ήρωας ή δράστης;

Οι ομοσπονδιακές αρχές ερεύνησαν το διαμέρισμα για στοιχεία που θα μπορούσαν να συνδέσουν τον Τζούελ με την έκρηξη.

Λίγο μετά από την έκρηξη, το Ολυμπιακό Πάρκο της Ατλάντα γέμισε με ομοσπονδιακούς πράκτορες. Ο Τζούελ, ο οποίος μίλησε με τους πρώτους πράκτορες που έφτασαν εκεί, θυμόταν έντονα τις σκηνές χάους μετά από την έκρηξη, ακόμα και ένα χρόνο αργότερα.

"Ήταν όπως αυτό που ακούμε στις ταινίες", είπε, σημειώνοντας ότι ο σκοτεινός πρωινός ουρανός είχε γίνει γκριζωπός λόγω του καπνού. "Είχα δει μια έκρηξη στην εκπαίδευση της αστυνομίας... Τα θραύσματα που ήταν μέσα στο πακέτο συνέχιζαν να εκτοξεύονται γύρω και κάποιοι χτυπήθηκαν από το παγκάκι, ενώ κάποιοι άλλοι από μέταλλα".

Μεταγενέστερες αναφορές αποκάλυψαν μια τηλεφωνική κλήση στον αριθμό εκτάκτων αναγκών (911) από έναν κοντινό τηλεφωνικό θάλαμο που προειδοποιούσε για την απειλή. "Υπάρχει μια βόμβα στο Centennial Park. Έχετε 30 λεπτά". Μάλλον ήταν ο βομβιστής. Η έκρηξη σκότωσε μια γυναίκα και τραυμάτισε άλλους 111 (ένας κάμεραμαν πέθανε από καρδιακή προσβολή, ενώ πήγαινε βιαστικά να καταγράψει τη σκηνή), αλλά οι απώλειες θα μπορούσαν πολύ εύκολα να είναι πολύ περισσότερες αν η περιοχή δεν είχε εκκενωθεί μερικώς.

Μόλις ο Τύπος έμαθε για την ανακάλυψη της τσάντας από τον Τζούελ και τις προειδοποιητικές προσπάθειές του να εκκενώσει το πλήθος με ασφάλεια, έγινε αναπόσπαστο κομμάτι των ειδήσεων και χαιρετήθηκε ως ήρωας.

Όμως, η καλή του φήμη έγινε κακή όταν η εφημερίδα Atlanta Journal-Constitution δημοσίευσε ένα άρθρο στην πρώτη της σελίδα με τον τίτλο, "FBI Suspects 'Hero' Guard May Have Planted Bomb", δηλαδή, "Το FBI υποπτεύεται τον 'ήρωα' φύλακα ότι ίσως έβαλε την βόμβα".

Η δημοσιογράφος του αστυνομικού δελτίου της εφημερίδας Kathy Scruggs είχε λάβει μια πληροφορία από έναν φίλο της στο Ομοσπονδιακό Γραφείο ότι το FBI εξέταζε τον Τζουέλ ως ύποπτο για την βομβιστική επίθεση. Η πληροφορία επιβεβαιώθηκε από μια άλλη πηγή που συνεργαζόταν με την αστυνομία της Ατλάντα. Τη μεγαλύτερη καταστροφή έκανε μια συγκεκριμένη πρόταση στο άρθρο, "Ο Ρίτσαρντ Τζούελ... ταιριάζει στο προφίλ της αστυνομίας του μοναχικού βομβιστή", παρά τις μη δημόσιες δηλώσεις του FBI ή των εμπειρογνωμόνων εγκληματικής συμπεριφοράς. Άλλα ειδησεογραφικά πρακτορεία τσίμπησαν την ιστορία και χρησιμοποίησαν παρόμοια γλώσσα για να φτιάξουν ένα προφίλ στον Τζούελ, παρουσιάζοντάς τον ως μοναχικό βομβιστή και επίδοξο αστυνομικό που ήθελε να γίνει ήρωας.

"Μιλούσαν για ένα προφίλ του FBI ενός βομβιστή ήρωα και σκέφτηκα 'Ποιο προφίλ του FBI;'. Εξεπλάγην", δήλωσε ο πρώην πράκτορας του FBI της Επιστημονικής Μονάδας Συμπεριφοράς, Ρομπέρ Ρέσλερ (ο οποίος ενέπνευσε τον χαρακτήρα του Bill Tench στη σειρά Mindhunter), ο οποίος είχε πάρει συνεντεύξεις από γνωστούς δολοφόνους όπως ο Τεντ Μπάντυ και ο Τζέφρι Ντάμερ στη διάρκεια της καριέρας του.

Σύμφωνα με τον Ρέσλερ, ο οποίος συνέταξε το Εγχειρίδιο Ταξινόμησης Εγκλήματος που χρησιμοποιεί το FBI, το προφίλ "βομβιστής ήρωας" δεν υπάρχει. Ο Ρέσλερ υποπτεύτηκε ότι ο όρος ήταν μια πομπώδες έκφραση για τον "ήρωα ανθρωποκτονιών", το οποίο αναφέρεται σε ένα άτομο που πεινάει για αναγνώριση αλλά δεν σκοτώνει κανέναν.

Για 88 ημέρες μετά την αναφορά της έρευνας του FBI για τον Τζούελ, ο Ρίτσαρντ και η μητέρα του είχαν κατακλυστεί από μια θύελλα των ΜΜΕ. Οι ανακριτές έψαξαν το διαμέρισμα της μητέρας του και ανέκριναν τον Τζούελ, ενώ ειδησεογραφικά βανάκια στοιβάζονταν έξω από το σπίτι της μητέρας του και ειδησεογραφικά ελικόπτερα πετούσαν από πάνω.

Τον Οκτώβριο του 1996, όταν μετά από εξαντλητικές έρευνες προτάθηκε ότι ο Τζούελ δε θα μπορούσε να έχει βάλει την βόμβα βάσει του μέρους που βρισκόταν εκείνο το βράδυ, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ καθάρισε το όνομά του επίσημα από ύποπτο της έρευνας για την βομβιστική επίθεση. Όμως, το κακό ήταν αμετάκλητο."Δεν παίρνεις πίσω αυτό που ήσουν", είπε ο Τζούελ.

"Δεν νομίζω ότι θα το πάρω ποτέ πίσω. Τις πρώτες τρεις μέρες, υποτίθεται ότι ήμουν ο ήρωας τους -ο άνθρωπος που έσωσε ζωές. Δεν μιλούν έτσι για μένα πια. Τώρα είμαι ο ύποπτος για την έκρηξη του Ολυμπιακού Πάρκου. Αυτός είναι ο τύπος που σκέφτηκαν ότι το έκανε".

Το 2005, ο Έρικ Ρούντολφ (Eric Rudolph) δήλωσε ένοχος για την βόμβα, όταν οι αρχές βρήκαν 114 κιλά δυναμίτη που είχε φυλάξει. Ο Τζούελ πέθανε από επιπλοκές από τον διαβήτη δύο χρόνια αργότερα.

Βιασύνη στην κρίση

Η άσχημη διαχείριση της έρευνας του Ρίτσαρντ Τζούελ αποτελεί μια περίπτωση ανεύθυνης αναφοράς από τον Τύπο και της απερίσκεπτης έρευνας από το FBI.

"Αυτή η υπόθεση έχει τα πάντα. Το FBI, τον Τύπο, την παραβίαση των Δικαιωμάτων", δήλωσε ο δικηγόρος του Τζούελ για την περίφημη υπόθεση του πελάτη του.

Καταλύτης για την έρευνα για την αθωότητα του Ρίτσαρντ ήταν ένα τηλεφώνημα του προέδρου του Κολεγίου Piedmont, Ray Cleere, πρώην αφεντικό του Τζούελ, ο οποίος ανέφερε στο FBI σχετικά με τον φερόμενο υπερβάλλοντα ζήλο και την αναγκαστική παραίτησή του. Όμως, μόνο το Γραφείο μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για την κακή διαχείριση της έρευνας.

Ο Eric Robert Rudolph, ο οποίος δήλωσε ένοχος για την βομβιστική επίθεση στο Ολυμπιακό Πάρκο, είναι ύποπτος σε τουλάχιστον άλλες δύο βομβιστικές επιθέσεις.

Ένα χρόνο μετά την επίθεση, μια αναφορά στο Vanity Fair αποκάλυψε εσωτερικές εντάσεις που προέρχονταν από τοξικές αντιπαλότητες και μια πολύ σχολαστική ηγεσία, ειδικά από τον τότε διευθυντή του FBI Louis Freeh. Η αντιμετώπιση της υπόθεσης από το FBI ήταν τόσο άσχημη που διεξήχθη έρευνα και ο Τζούελ κλήθηκε να καταθέσει ενώπιον του Κογκρέσου σχετικά με τη συμπεριφορά του Γραφείου. Διαπιστώθηκε ότι ο Τζούελ είχε ανακριθεί ως ύποπτος υπό ψεύτικες προφάσεις από πράκτορες του FBI που χειρίζονταν άμεσα την υπόθεση των επιθέσεων. Στις 30 Ιουλίου του 1996, οι πράκτορες του FBI Don Johnson και Diader Rosario πήγαν τον Ρίτσαρντ στα κεντρικά γραφεία για να ανακρίνουν με το πρόσχημα ότι θα τους βοηθούσε να κάνουν ένα εκπαιδευτικό βίντεο για τους πρώτους ανταποκριτές.

Η επανεξέταση της αναφοράς της υπόθεσης αποκάλυψε επίσης εξωφρενικά δημοσιογραφικά λάθη. Ο τρόπος που κάλυπτε ο Τύπος την υπόθεση υπονοούσε την ενοχή του Τζούελ, παρά την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, και τον παρουσιάζαν ως έναν επίδοξο αστυνομικό που δίψαγε για φήμη. Ο Dave Kindred, ένας αρθρογράφος στην Atlanta Journal-Constitution, συνέκρινε τον Τζούελ με τον καταδικασμένο δολοφόνο και τον υποτιθέμενο κατά συρροή παιδοκτόνο Ουέιν Ουίλιαμς (Wayne Williams). Εν τω μεταξύ, η New York Post, τον αποκαλούσε "Rambo του χωριού" και έναν "χοντρό, αποτυχημένο πρώην αναπληρωτή σερίφη". Ο κωμικός ηθοποιός Τζέι Λένο (Jay Leno) τον κορόιδευε λέγοντας ότι είχε "τρομακτική ομοιότητα με τον άντρα που σακάτεψε το γόνατο της Νάνσι Κέριγκαν (Nancy Kerrigan, χορεύτριας του καλλιτεχνικού πατινάζ με χάλκινα μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1991 και τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 και ασημένια μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1992 και τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του 1994, και ηθοποιό)... Τι συμβαίνει με τους Ολυμπιακούς Αγώνες που ξεφυτρώνουν οι μεγάλοι, χοντροί, ηλίθιοι τύποι;".

"Οι αρχές πρέπει να έχουν κατά νου τα δικαιώματα των πολιτών. Ευχαριστώ τον Θεό που τελειώνει και τώρα ξέρετε αυτό που ήξερα καθ' όλη τη διάρκεια: είμαι αθώος".

Ο Τζούελ μήνυσε διάφορα ΜΜΕ για συκοφαντική δυσφήμιση και κέρδισε διακανονισμούς από το Piedmont College, την New York Post, το CNN και το NBC (από το τελευταίο 500.000 δολάρια), αλλά έχασε μια δεκαετή μάχη με την Cox Enterprises, μητρική εταιρεία της εφημερίδας της Ατλάντα. Η υπόθεση εναντίον της Journal-Constitution συνεχίστηκε για χρόνια μετά το θάνατό του το 2007 και έφτασε μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο της Τζόρτζια. Όμως, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, επειδή η αναφορά της εφημερίδας ήταν αληθινή εκείνη τη στιγμή -επειδή ήταν πράγματι ύποπτος για το FBI-, η εφημερίδα δεν όφειλε τίποτα στον Τζούελ ή η οικογένειά του.

Όμως, καμία αποζημίωση δε θα μπορούσε να δώσει ποτέ πίσω στον Τζούελ αυτό που έχασε: την αξιοπρέπεια και την ησυχία του.


Ο Clint Eastwood αποδεικνύει πως ο κινηματογράφος είναι η ίδια του η ζωή. Τι και αν έχει φτάσει στα 90 του χρόνια, τι και αν δεν έχει οικονομικά προβλήματα, συνεχίζει να βρίσκεται πίσω και μπροστά από τις κάμερες σαν το σινεμά να είναι αυτό που τον κρατά ζωντανό, καταφέρνοντας ακόμη να προβληματίζει και να συγκινεί με απλές ιστορίες καθημερινών ανθρώπων, που βρίσκονται μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις και καταστάσεις καλούμενοι να γίνουν ήρωες με ή χωρίς τη θέλησή τους.

Αυτή τη φορά στηρίζεται στην πραγματική ιστορία του Ρίτσαρντ Τζούελ, ενός φύλακα που στην προσπάθειά του να κάνει τη δουλειά του στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα του 1996 βρέθηκε στο "μάτι του Κυκλώνα" των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Ο Eastwood μένει πιστός στην αληθινή ιστορία στο μεγαλύτερο μέρος της ξεκινώντας από παλιότερες δουλειές του Τζούελ, που αποκαλύπτουν και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, πριν να φτάσει στο Ολυμπιακό Πάρκο της Ατλάντα το βράδυ της 27ης Ιουλίου του 1996 και στην έκρηξη της βόμβας με ένα νεκρό και 111 τραυματίες.

 Ο Τζούελ ήταν ο σωστός άνθρωπος στη σωστή στιγμή, αλλά στη λάθος κοινωνία, μιας και εντόπισε το ύποπτο σακίδιο με τον εκρηκτικό μηχανισμό, ειδοποίησε τους υπεύθυνους και ξεκίνησε τη διαδικασία απομάκρυνσης του κόσμου από το σημείο, λίγο πριν να συμβεί η έκρηξη. Αν και αρχικά αντιμετωπίστηκε ως ήρωας, ο γραφικός χαρακτήρας του και η δημοσιοποίηση κάποιων εικασιών του FBI από δημοσιογράφο της τοπικής εφημερίδας Atlanta Journal οδήγησαν στη στοχοποίηση και τη σπίλωση του ονόματός του. Παρά την αθώωσή του 88 μέρες αργότερα, η καχυποψία των γύρω του κράτησε για χρόνια, μέχρι την ομολογία του πραγματικού υπαίτιου, Eric Rudolph, το 2005, 2 χρόνια μετά τη σύλληψή του από τις αρχές. 

Ο Sam Rockwell (στα αριστερά) η μοναδική ελπίδα του Paul Walter Hauser. Ταινία με ερμηνείες που ξεχωρίζουν (Φωτογραφία: Appian Way).

Η ταινία ακολουθεί την αυθεντική ιστορία, χωρίς εντυπωσιασμούς, έχοντας στο επίκεντρο τον εξαιρετικό Paul Walter Hauser στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ηθοποιό που μοιάζει φυσιογνωμικά με το πραγματικό πρόσωπο και ερμηνεύει με απόλυτη φυσικότητα τον χαρακτήρα του Τζούελ με την αφέλεια, τη ματαιοδοξία και την απόγνωση ενός ανθρώπου ο οποίος στην προσπάθεια του να βοηθήσει και να αναγνωριστεί από τους άλλους, πήρε στα σοβαρά το ρόλο του, για να παρεξηγηθεί και να λοιδορηθεί μαζί με τη μητέρα του (εξίσου καλή και η Kathy Bates η οποία δικαιολογημένα ήταν υποψήφια για το Β' Γυναικείο) κινδυνεύοντας στο τέλος να χάσει τον εαυτό του. Μόνος σύμμαχός τους ο δικηγόρος Watson Bryant, τον οποίο υποδύεται σε μία αξιομνημόνευτη ερμηνεία ο Sam Rockwell.

Η έμφαση στο έργο δίνεται στο πώς μπορούν τα Μέσα να περάσουν από την αποθέωση στην αποκαθήλωση κατά το γνωστό "from hero to zero", στηριζόμενα στην ανεπιβεβαίωτη φήμη, η οποία σαν σπίθα προκύπτει από ένα δημοσιογράφο για να μετατραπεί άκριτα σε πυρκαγιά από το σύνολο των συναδέλφων του, μόνο και μόνο γιατί κάποιος το είπε και γιατί πουλάει. H ιστορία μας θύμισε συνειρμικά το κλασικό Ace in the Hole με αφορμή και τον πρόσφατο θάνατο του Kirk Douglas, με τη διαφορά πως δεν πρόκειται για μία ακόμη μυθοπλασία του Hollywood, αλλά για την ίδια την πραγματικότητα.

H Kathy Bates στο ρόλο της μητέρας του Ρίτσαρντ Τζούελ με τη μόνη υποψηφιότητα της ταινίας για Β' Γυναικείο Ρόλο (Φωτογραφία: Appian Way).

Οι δραματοποιημένες αναφορές στο κλείσιμο με τον τρόπο που η δημοσιογράφος μαθαίνει το λάθος της και με τις τύψεις που αυτή δείχνει να έχει στις δηλώσεις του Ρίτσαρντ και της μητέρας του μπροστά στις κάμερες "αλλοιώνουν" την αίσθηση της αληθοφάνειας. Οι χρονικές μεταβάσεις σε αρχή και τέλος περισσότερο εξυπηρετούν στην παρουσίαση των πραγματικών γεγονότων και την ολοκλήρωση της αφήγησης της ιστορίας, αφήνοντας την αίσθηση του μεμονωμένου και του αποσπασματικού.

Όπως και να έχει, πρόκειται για μία από εκείνες τις ταινίες στις οποίες η αλήθεια της ιστορίας που πραγματεύονται είναι σημαντικότερη από τα επιμέρους στοιχεία τους με τον Clint Eastwood να συνεχίζει να μας μιλά κινηματογραφικά με γλώσσα λιτή, ανθρώπινη και επίκαιρη, με τη συνέπεια και την αυθεντικότητα που τον χαρακτηρίζουν όλα αυτά τα χρόνια.

Μήνυση από εφημερίδα κατά του Clint Eastwood

Η αμερικανική εφημερίδα «Atlanta Journal Constitution» κατηγορεί τον Κλιντ Ιστγουντ για συκοφαντική δυσφήμηση της δημοσιογράφου της Κάρι Σκραγκς - η οποία δεν βρίσκεται πια στη ζωή. Το ισχυρό έντυπο υποστηρίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο παρουσίασε ο σπουδαίος σκηνοθέτης τη Σκραγκς στη νέα του ταινία «Η μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ» (Richard Jewell).

Σοβαρές αποκαλύψεις φέρεται ότι είχε κάνει και η Κάθι Σκραγκς, την οποία στην ταινία υποδύεται η Ολίβια Γουάιλντ. Σύμφωνα με το σενάριο, η ρεπόρτερ της «Atlanta Journal Constitution» κοιμήθηκε με πράκτορα του FBI προκειμένου να του αποσπάσει πληροφορίες γύρω από την τρομοκρατική υπόθεση η οποία είχε ως βασικό ύποπτο τον Ρίτσαρντ Τζούελ. Η επιστολή που απέστειλε ο δικηγόρος της εφημερίδας Μάρτι Σίνγκερ στον Κλιντ Ιστγουντ, στους συντελεστές της ταινίας και στην εταιρεία παραγωγής Warner Brothers αναφέρει ότι «μια τέτοια εξιστόρηση δείχνει πως η εφημερίδα εκμεταλλεύτηκε σεξουαλικά τη ρεπόρτερ και φαίνεται ότι διευκόλυνε ή συγχώρεσε τις σεξουαλικές υπηρεσίες της σε δημοσιογραφικές πηγές με αντάλλαγμα τη συλλογή πληροφοριών. Αυτό είναι εντελώς ψευδές, κακόβουλο, εξαιρετικά δυσφημιστικό και καταστρεπτικό».

ΝΑ ΚΟΠΕΙ Η ΣΚΗΝΗ. Ο Μάρτι Σίνγκερ, o οποίος στο παρελθόν έχει υπερασπιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα πολλούς διάσημους αστέρες, όπως ο Σιλβέστερ Σταλόνε και ο Τσάρλι Σιν, απείλησε τον Κλιντ Ιστγουντ αλλά και τους υπόλοιπους συντελεστές της ταινίας με αγωγή για δυσφήμηση για λογαριασμό της εφημερίδας «Atlanta Journal Constitution». Το κείμενο της επιστολής περιλαμβάνει την απαίτηση ο διάσημος σκηνοθέτης να κόψει το μέρος που προσβάλλει την τιμή και την υπόληψη της ρεπόρτερ που συνδέθηκε με την τρομοκρατική αυτή υπόθεση.

Η εταιρεία παραγωγής Warner Brothers χαρακτήρισε τους ισχυρισμούς της «Atlanta Journal Constitution» ως αβάσιμους και ο αρχισυντάκτης της αμερικανικής εφημερίδας Κέβιν Ρίλεϊ δήλωσε στην ιστοσελίδα Daily Beast: «Είναι εξαιρετικά ανησυχητικό σε αυτή την εποχή, όπου τα μέσα μαζικής επικοινωνίας δέχονται σχεδόν συνεχή επίθεση, μια ταινία που ισχυρίζεται ότι αφηγείται πραγματικά περιστατικά να δείχνει ότι έτσι λειτουργούν οι δημοσιογράφοι».

Διαμάχη ξέσπασε και στα μέσα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη διένεξη Ιστγουντ και εφημερίδας. Η πλειονότητα των ανταρτήσεων χαρακτηρίζει «βαρετή» και «λάθος» την αφήγηση του Κλιντ Ιστγουντ σχετικά με τη ρεπόρτερ της εφημερίδας και βρίσκουν ευκαιρία να υπερασπιστούν τις γυναίκες δημοσιογράφους.

Να σημειωθεί ότι ο Ρίτσαρντ Τζούελ, μετά την περιπέτειά του με τη Δικαιοσύνη, αθωώθηκε πλήρως για όλες τις κατηγορίες, αλλά ο Τύπος δεν το φιλοξένησε στα πρωτοσέλιδά του και το πέρασε στα ψιλά γράμματα. Η περίπτωση του Τζούελ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα συκοφαντικής δυσφήμησης σε πολίτη που στηρίζεται σε αβάσιμες κατηγορίες.


Ο Κλιντ Ίστγουντ, λοιπόν, αφιερώνει την «Μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ» με πρωταγωνιστές τον Πολ Γουόλτερ Χάουσερ, την υποψήφια εδώ για Όσκαρ β΄ ρόλου Κάθι Μπέιτς και τον Σαμ Ρόκγουελ, στην αποκατάσταση της αδικίας εις βάρος του ονόματος του Τζούελ με ένα σχόλιο για την εποχή μας. Στην ταινία του, που επικρίθηκε λόγω του τρόπου που αντιμετωπίζει την δημοσιογράφο που έβγαλε πρώτη την «είδηση» της «ενοχής» του αφελή φύλακα, μιλάει για τα βιαστικά λαϊκά δικαστήρια και τα εξιλαστήρια θύματα τους που πέφτουν στον βωμό των εύκολων εντυπώσεων. Αγκαλιάζει με τρυφερότητα τον απλοϊκό του ήρωα και φτιάχνει μια ταινία ερμηνειών (η ομοιότητα του πρωταγωνιστή Πολ Γουόλτερ Χάουσερ με τον Ρίτσαρντ Τζούελ είναι όντως συγκλονιστική) και ανθρωπιστικής ματιάς.

Παρακάτω ο ακούραστος γερόλυκος του Χόλιγουντ, μιλάει για την έννοια του ήρωα σήμερα.

Θυμάστε καθαρά το περιστατικό στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα το 1996;

Προτού δουλέψω στην ταινία, δεν γνώριζα σε βάθος τις λεπτομέρειες. Δεν θυμάμαι που βρισκόμουν εκείνη την περίοδο, θυμάμαι όμως ότι είχα ακούσει για έναν φρουρό που βρήκε την βόμβα, και ο οποίος από ήρωας μετατράπηκε σε ύποπτο για την βομβιστική επίθεση. Αυτή είναι και η μόνη ανάμνηση που έχω από εκείνη την εποχή την οποία σε βάθος χρόνου έβγαλα από το μυαλό μου. Όταν όμως διάβασα το άρθρο και το σενάριο, βρήκα την ιστορία απόλυτα συνυφασμένη με όσα ζούμε σήμερα.

Για ποιο λόγο;

Γιατί και σήμερα όπως τότε, οι άνθρωποι βιάζονται να καταδικάσουν χωρίς να σκέφτονται τις επιπτώσεις.

Τι είναι αυτό που σας ιντριγκάρισε στην ιστορία και σας ώθησε να την μεταφέρεται στο σινεμά;

Σκέφτηκα ότι είναι μια ιστορία που περιγράφει ακριβώς την κατάσταση στην εποχή μας. Στο πρόσωπο του Ρίτσαρντ Τζούελ ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας έγινε το ιδανικό εξιλαστήριο θύμα εξαιτίας του φόβου της παύσης των Ολυμπιακών Αγώνων (μετά την βομβιστική επίθεση) την ώρα που η πόλη είχε επενδύσει εκατομμύρια δολάρια στην εκδήλωση. Οπότε τα φόρτωσαν όλα σε έναν τύπο που ήταν ευάλωτος.

Και γιατί είχε ενδιαφέρον για εσάς ο Ρίτσαρντ Τζούελ;

Ο Τζούελ είχε εμμονή με την ιδιότητα του αστυνομικού και η τήρηση του νόμου ήταν το όνειρό του. Βρέθηκε λοιπόν να δουλεύει – όχι να ζει ακριβώς το όνειρό του - αλλά έστω να εργάζεται ως φύλακας (σεκιούριτι) το οποίο ήταν εν μέρει μια δουλειά που εξασφάλιζε την περιφρούρηση της έννομης τάξης. Ήταν αρκετά έξυπνος για να ανακαλύψει – χάρη κυρίως στο ένστικτο του – την βόμβα. Δεν ενδιαφερόταν κανένας άλλος για να ψάξει και να περιφρουρήσει την εκδήλωση. Κανείς δεν σκέφτηκε αρχικά ότι είχε βρει κάτι επικίνδυνο – νόμιζαν ότι ήταν τρελός. Οπότε για εμένα ό,τι συνέβη στον Ρίτσαρντ Τζούελ έχει αφενός να κάνει με την ιστορία του «ενός εναντίον όλων» αφετέρου, με την ιστορία του «μέσου ανθρώπου που γίνεται ήρωας».

Δεν βλέπω την περίπτωση του ως πολιτικό ζήτημα αλλά ως μια ανθρώπινη ιστορία. Ένας ταπεινός άντρας τα έβαλε με όλο τον κόσμο...

Η ιστορία του είναι τραγική και ταυτόχρονα συγκινητική. Αποτελεί ένα ξεκάθαρο παράδειγμα αδικίας. Θα λέγατε ότι ήταν πολιτικό το θέμα, όπως συμβαίνει συνήθως;

Ήταν απλώς η κακή στιγμή. Μια αληθινή τραγωδία. Δεν βλέπω την περίπτωση του ως πολιτικό ζήτημα αλλά ως μια ανθρώπινη ιστορία. Ένας ταπεινός άντρας τα έβαλε με όλο τον κόσμο, μια σύγχρονη εκδοχή του «Δαυίδ εναντίον Γολιάθ».

Είναι η πολλοστή φορά την τελευταία δεκαετία που ασχολείστε με έναν ηρωικό χαρακτήρα.

Στις ταινίες μου όλοι οι ήρωες είναι διαφορετικοί μεταξύ τους. Το ωραίο με τους ήρωες της πραγματικής ζωής είναι ότι όλοι είναι διαφορετικοί διότι η ζωή τους φέρνει αντιμέτωπους με διαφορετικές προκλήσεις. Όλοι όμως ανταποκρίνονται στην αποστολή τους. Αυτή είναι η ομοιότητά τους.

Πώς καταλήξατε στον Πολ Γουόλτερ Χάουσερ για τον ρόλο του Ρίτσαρντ Τζούελ; Ποιο ήταν το πλεονέκτημα του έναντι άλλων υποψήφιων ηθοποιών;

Ο Πολ ήταν η μόνη μας επιλογή για τον ρόλο κι εκείνος άρπαξε την ευκαιρία κυριολεκτικά. Είναι καταπληκτικός στην ταινία. Έμαθε όσα περισσότερα μπορούσε για τον Τζούελ και τον άκουγε προσεκτικά στις τηλεοπτικές εμφανίσεις του στις ειδησεογραφικές εκπομπές. Βρήκε ακριβώς πως έπρεπε να τον υποδυθεί.

Του δώσατε συγκεκριμένες οδηγίες ως σκηνοθέτης;

Είχαμε καταλήξει στον τρόπο που έπρεπε να ερμηνεύσει τον Τζούελ πολύ πριν αρχίσουν τα γυρίσματα. Του βρήκα όλο το υλικό. Τον σύστησα στον Γουάτσον Μπράιαντ, συνήγορο του Τζούελ, και στην μητέρα του Μπόμπι Τζούελ. Τον άφησα να περάσει χρόνο μαζί τους…Κι έπειτα τον προμηθεύσαμε με όλο το απαραίτητο υλικό από τα διάφορα τοκ σόου στα οποία εμφανίστηκε ο Τζούελ. Βρήκε στο ακέραιο την προφορά του. Θα εκπλαγείτε όταν τον δείτε και τον συγκρίνετε με τον πραγματικό Ρίτσαρντ Τζούελ. Δεν ξεχωρίζει ποιος είναι ποιος.

H Kathy Bates στο ρόλο της μητέρας του Ρίτσαρντ Τζούελ με τη μόνη υποψηφιότητα της ταινίας για Β' Γυναικείο Ρόλο (Φωτογραφία: Appian Way).

Και η Κάθι Μπέιτς είναι υπέροχη στον ρόλο της Μπόμπι Τζούελ.

Η Κάθι είναι σπουδαία ηθοποιός. Επικεντρώθηκε στον ρόλο και πήρε πάνω της την έρευνα, πέρα από το υλικό του σεναρίου ή οτιδήποτε άλλο είχε στην διάθεση της από εμάς ώστε να ενσαρκώσει σωστά την πραγματική κυρία Τζούελ. Βρεθήκαμε όλοι με την Μπόμπι, τον Γουάτσον και τον Πολ στο στούντιο στο Λος Άντζελες και μιλήσαμε για την ταινία.

Κρατούν πικρία ή θυμό μετά από όλα αυτά τα χρόνια για ό,τι έγινε;

Όχι, όχι. Όλοι τους θεωρούν ότι είναι καλό που έγινε η ταινία ως ελάχιστος φόρος τιμής στον Ρίτσαρντ, που δεν ζει πια. Έζησε μόνο μέχρι τα 44 του.

Αυτή είναι η 38η ταινία που σκηνοθετείτε. Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση ή απόλαυση που αντλείτε σαν σκηνοθέτης;

Ικανοποίηση είναι να γυρίζεις μια σκηνή και να βγαίνει όπως την ήθελες ή να σου χαρίζει τα συναισθήματα που ήθελες…

Τι θέλετε να κρατήσει το κοινό από την ταινία;

Θέλω οι θεατές να δουν την τραγωδία πίσω από την υπόθεση του Ρίτσαρντ Τζούελ και πώς τα πράγματα ξεφεύγουν κάνοντας αθώους να υποφέρουν. Οι άνθρωποι έχουν μάθει να φυλάνε τους… πισινούς τους – ξέρετε - κι αυτό δεν είναι πάντα θεμιτό.

 

Γράφει ο George James



Πηγές:

Ρίτσαρντ Τζούελ, έσωσε εκατοντάδες από έναν εκρηκτικό μηχανισμό στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996.

Η Μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ

Μήνυση από εφημερίδα κατά του Κλιντ Ιστγουντ

Κλιντ Ίστγουντ: Οι άνθρωποι καταδικάζουν χωρίς να σκέφτονται


 

 


Σχόλια