The Revenant(Η Επιστροφή): η αληθινή ιστορία του Hugh Glass

 


Ο Αμερικανός συνοριοφύλακας, κυνηγός γούνας, έμπορος και ένας εξερευνητής Χιού Γκλας πέρασε έξι εβδομάδες περπατώντας πάνω από 200 μίλια μέχρι να γυρίσει στο στρατόπεδο του, και αφού τον είχε κακοποιήσει μια αρκούδα. Η κυνηγετική ομάδα του νόμιζε ότι ήταν νεκρός. Μετά, ξεκίνησε την εκδίκησή του.

Οι δύο άνδρες που τους είχε ανατεθεί να προσέχουν τον Γκλας ήξεραν ότι δεν υπήρχε καμία ελπίδα. Αφού αντιμετώπισε την επίθεση μιας αρκούδας με το ένα χέρι -κανείς δεν περίμενε ότι θα αντέξει πάνω από πέντε λεπτά- έμεινε μόνος του επί πέντε μέρες. Είχαν κάνει λάθος. Ήταν ξαπλωμένος στις όχθες του Γκραντ Ρίβερ και εξακολουθούσε να αναπνέει. Εκτός από την ανάσα του, η μόνη άλλη ορατή κίνηση που μπορούσαν να δουν οι άνδρες, ήταν στα μάτια του Γκλας. Περιστασιακά κοιτούσε τριγύρω, αν και δεν μπορούσαν να ξέρουν αν τους αναγνώριζε ή αν χρειαζόταν κάτι. Ενώ βρισκόταν εκεί, πεθαίνοντας, οι άνδρες έγιναν όλο και πιο παρανοϊκοί, γνωρίζοντας ότι είχαν καταπατήσει την γη των Ινδιάνων Arikara. Δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους για κάποιον που αργοπέθαινε. Τελικά, φοβούμενοι για την ζωή τους, τον άφησαν να πεθάνει. Του πήραν το όπλο του, το μαχαίρι του και το τσεκούρι του -άλλωστε, ένας νεκρός δεν χρειάζεται όπλα.

Όμως, ο Γκλας δεν ήταν ακόμα νεκρός. Και δε θα πέθαινε για αρκετό καιρό μετά.

Πολύ πριν τον αφήσουν μισοπεθαμένο, ο Χιού Γκλας ήταν ένας άνθρωπος που έπρεπε κάποιος να τον παίρνει σοβαρά υπόψη. Ήταν γόνος Ιρλανδούς μεταναστών στο Σκράντον της Πενσιλβανίας και έζησε μια σχετικά ήσυχη ζωή με τους γονείς του, πριν τους πιάσουν πειρατές στον Κόλπο του Μεξικού. Για δύο χρόνια ζούσε σαν πειρατής υπό τον Jean Lafitte, πριν δραπετεύσει στις ακτές του Γκάλβεστον στο Τέξας. Μόλις βρέθηκε εκεί, τον έπιασε η ινδιάνικη φυλή Pawnee, με την οποία έζησε αρκετά χρόνια και παντρεύτηκε μια γυναίκα της φυλής.

Το 1822, ο Γκλας έμαθε τα νέα για μια επιχείρηση εμπορίας γούνας που ζητούσε 100 άνδρες να "ανέβουν τον ποταμό Μισούρι" και να έρθουν σε επαφή με τις τοπικές Ινδιάνικες φυλές. Γνωστή ως "οι εκατό του Άσλι" -πήρε το όνομά της από τον διοικητή τους, τον στρατηγό Ουίλιαμ Χένρυ Άσλι-, οι άνδρες ανέβηκαν ως τον ποταμό και αργότερα κινήθηκαν προς τα δυτικά για να συνεχίσουν τις συναλλαγές τους. Η ομάδα έφτασε χωρίς προβλήματα στο οχυρό Kiowa στη Νότια Ντακότα. Εκεί, η ομάδα χωρίστηκε, με τον Γκλας και αρκετούς άλλους να ξεκινούν προς τα δυτικά για να βρουν τον ποταμό Γελοουστόουν. Σε αυτό το ταξίδι ο Γκλας θα είχε τη συνάντηση με την αρκούδα.

 

Η επίθεση της αρκούδας γκρίζλι στον Hugh Glass, εικονογράφηση σε εφημερίδα αγνώστων στοιχείων.

Ενώ έψαχνε για θήραμα, ο Γκλας κατάφερε να διαχωριστεί από την ομάδα του και, κατά λάθος, ξάφνιασε μια αρκούδα γκρίζλι και τα δύο μικρά της. Η αρκούδα του επιτέθηκε πριν αυτός μπορέσει να κάνει οτιδήποτε, κομματιάζοντάς του τα χέρια και το στήθος. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης, η αρκούδα τον σήκωσε και τον πέταξε επανειλημμένα, γδέρνοντας και δαγκώνοντας κάθε κομμάτι του. Τελικά -και ως δια μαγείας-, ο Γκλας κατάφερε να σκοτώσει την αρκούδα χρησιμοποιώντας τα εργαλεία που είχε πάνω του και αργότερα με λίγη βοήθεια από την ομάδα του. Αν και είχε θριαμβεύσει, ο Γκλας ήταν σε τρομερή κατάσταση μετά την επίθεση. Στα λίγα λεπτά που η αρκούδα είχε το πάνω χέρι, τον είχε κακοποιήσει σοβαρά, αφήνοντάς τον μέσα στα αίματα και μελανιασμένο. Κανένας στην ομάδα του δεν περίμενε ότι θα επιβιώσει, αλλά τον έδεσαν σε ένα αυτοσχέδιο φορείο και τον κουβάλησαν μαζί τους. Σύντομα, όμως, συνειδητοποίησαν ότι το πρόσθετο βάρος τους επιβράδυνε -σε μια περιοχή που ήθελαν πάρα πολύ να περάσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

Πλησίαζαν την επικράτεια των Ινδιάνων Arikara, οι οποίοι είχαν εκδηλώσει την εχθρότητά τους εναντίον των Εκατό του Άσλι ξανά στο παρελθόν, συμμετέχοντας ακόμα και σε θανατηφόρες μάχες με αρκετούς άντρες. Ο ίδιος ο Γκλας είχε τραυματιστεί σε μια από αυτές τις μάχες. Η ομάδα δεν ήταν πρόθυμη να δώσει ακόμα μια μάχη. Τελικά, η ομάδα αναγκάστηκε να χωριστεί. Οι περισσότεροι από τους ικανούς άνδρες ταξίδεψαν προς το οχυρό, ενώ ένας άντρας ονόματι Φίτζερανλντ και ένα ακόμη νεαρό αγόρι παρέμειναν με τον Γκλας. Είχαν διαταχθεί να τον προσέχουν και να τον θάψουν μόλις πεθάνει, έτσι ώστε να μην τον βρουν οι Arikara. Σύντομα όμως, εκείνο τον εγκατέλειψαν και τον άφησαν να επιβιώσει αβοήθητο, χωρίς ούτε καν ένα μαχαίρι.

Μόνος του πλέον, ο Γκλας ανέκτησε τη συνείδηση του, αλλά με κακοφορμισμένα τραύματα, σπασμένο πόδι και τραύματα από τα οποία φαινόταν τα πλευρά του. Με βάση τις γνώσεις του για το περιβάλλον του, πίστευε ότι ήταν περίπου 320 χλμ μακριά από το οχυρό Kiowa. Αφού έφτιαξε το πόδι του μόνος του και τυλίχτηκε σε μια γούνα αρκούδα που είχαν αφήσει οι άλλοι δίπλα του, άρχισε την επιστροφή στο οχυρό, οδηγούμενος από την ανάγκη του να πάρει εκδίκηση από τον Φίτζερανλντ.

Στην αρχή σερνόταν, αλλά μετά, σιγά-σιγά, άρχισε να περπατάει. Έτρωγε ό,τι μπορούσε να βρει, κυρίως μούρα, ρίζες και έντομα. Περιστασιακά όμως έβρισκε και κουφάρια βουβαλιών που είχαν ρημαχτεί από τους λύκους. Σχεδόν στα μισά της διαδρομής του, έπεσε πάνω σε μια φυλή Ινδιάνων Λακότα, που ήταν φιλική προς τους εμπόρους γούνας. Εκεί, κατάφερε να διαπραγματευτεί το υπόλοιπο του ταξιδιού του με μια δερμάτινη βάρκα.

Μετά από έξι εβδομάδες ταξιδιού περίπου 250 μιλίων στον ποταμό, ο Γκλας κατάφερε να βρει τους Εκατό του Άσλι. Δεν βρισκόντουσαν στο αρχικό οχυρό όπως πίστευε, αλλά στο οχυρό Atkinson, ένα νέο στρατόπεδο στο στόμιο του ποταμού Μπίγκχορν. Μόλις έφτασε, κατατάχθηκε ξανά στους Εκατό του Άσλι, ελπίζοντας να βρει τον Φίτζερανλντ. Και τα κατάφερε αφού ταξίδεψε στη Νεμπράσκα όπου άκουσε ότι βρισκόταν ο Φίτζερανλντ.

Σύμφωνα με αναφορές συναδέλφων του, μόλις συναντήθηκαν οι δυο τους, ο Γκλας χάρισε τη ζωή στον Φίτζερανλντ, γιατί διαφορετικά θα τον σκότωνε ένας λοχαγός του του στρατού επειδή θα είχε σκοτώσει έναν άλλο στρατιώτη. Ο Φίτζερανλντ, για να τον ευχαριστήσει, του επέστρεψε το τουφέκι που του είχε πάρει όταν τον άφησε μισοπεθαμένο. Ο Γκλας του έδωσε μια υπόσχεση: αν ποτέ ο Φίτζερανλντ εγκατέλειπε το στρατό, εκείνος θα τον σκότωνε.

Απ' όσα είναι γνωστά, ο Φίτζερανλντ παρέμεινε στρατιώτης μέχρι την ημέρα που πέθανε.

Όσο για τον Γκλας, παρέμεινε μέλος των Εκατό Άσλι για τα επόμενα δέκα χρόνια. Ξεφύγει ακόμη δύο φορές από τους φοβερούς Arikara και ακόμη μια φορά που βρέθηκε μόνος του όταν χωρίστηκε από την ομάδα του κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης. Όμως, το 1833, ο Γκλας βρήκε το τέλος που τόσα χρόνια ξέφευγε. Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού κατά μήκος του ποταμού Γελοουστόουν με δύο συνεργάτες του, του επιτέθηκαν για ακόμη Ινδιάνοι Arikara. Αυτή τη φορά, δεν ήταν τόσο τυχερός.

Οι πληροφορίες για την ιστορία του βασίζονται, κυρίως, σε μαρτυρίες, μιας και ο ίδιος άφησε πίσω του ελάχιστα γραπτά. Μεταξύ αυτών και μια επιστολή που στάλθηκε στους γονείς ενός συντρόφου του στο βουνό που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του κυνηγιού σε μία αντιπαράθεση με μία εχθρική φυλή.

Η επίθεση που δέχτηκε από την αρκούδα, αποτέλεσε τον λόγο που οι περισσότεροι τον θυμούνται. Η ιστορία του εξελίχθηκε σε θρύλο και καταγράφηκε από έναν δικηγόρο στη Φιλαδέλφεια, ο οποίος φρόντισε να την μοιραστεί με τις εφημερίδες της εποχής.

Παρόλα αυτά, οι απόψεις για το αν η ιστορία είναι αληθινή διίστανται, καθώς διάφοροι καθηγητές, μεταξύ των οποίων και ο Jon T Coleman από το πανεπιστήμιο της Ιντιάνα.

Ο ίδιος θα πει ” Δεν γνωρίζω κατά πόσο μπορούσαν εκείνη την εποχή να διακρίνουν τη φαντασία από την πραγματικότητα. Νομίζω πως ήταν μια φοβερή ιστορία που σχετίζεται με το αμερικανικό όραμα της Δύσης. Μέσα από τη συνάντηση με την άγρια φύση τα σώματα των ανθρώπων άλλαζαν, δεν ήταν πια Ευρωπαίοι ή Βρετανοί αλλά αληθινοί Αμερικάνοι”.

Διαβάζοντας κανείς για τον Hugh Glass, διαπιστώνει ότι ήταν ένας άνθρωπος με αξίες, πιστός σύντροφος και συνεργάτης, κάτι που επιβεβαιώνει και η ομάδα του. Ειδικά, άτομα σαν τον Bridger τον θεωρούσαν «δάσκαλο» στο εμπόριο γούνας και καθοδηγητή. Τον φώναζαν «γέρο», από σεβασμό και περηφάνια, καθώς τον θεωρούσαν ανώτερό τους. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν απέφευγε τη μάχη και τις δυσκολίες. Από τις περιγραφές, παρουσιάζεται ψηλός και σωματώδης, με μια αύρα γενναιότητας και επιθυμίας για αναζήτηση. Όπως φαίνεται, επρόκειτο για έναν τολμηρό άνθρωπο που ποτέ δεν έκλεισε την πόρτα στην περιπέτεια. Αυτό το πνεύμα μετέδιδε και στους νεότερους, που ακολουθούσαν τα βήματά του. Παρόλα αυτά, έπεσε θύμα αμφισβήτησης και χλευασμού. Ανά καιρούς, εκδόθηκαν βιβλία, ταινίες και σειρές, οι οποίες βασίστηκαν στον Hugh Glass, χωρίς, ωστόσο, σε πολλά από αυτά, να αποδίδεται ολόκληρη ή η πραγματική ιστορία. Ποιος, όμως, γνωρίζει την αλήθεια; Πιθανώς μονάχα ο ίδιος ο Glass!


Η Ταινία


 

Εμπνευσμένη από αληθινή ιστορία, η «Επιστροφή» φέρει τη σκηνοθετική σφραγίδα του καταξιωμένου και βραβευμένου με  Όσκαρ σκηνοθέτη, Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου («Birdman», «Babel»). Μία επική περιπέτεια στην Αμερική του 19ου αιώνα που βυθίζει τους θεατές σε μια πραγματικότητα απαράμιλλης ομορφιάς, αλλά και κινδύνων, καθώς εξερευνά πρωτογενή ένστικτα, όχι μόνο για την επιβίωση, αλλά και την αξιοπρέπεια του ανεξάρτητου ατόμου.

 «Ποιοι είμαστε όταν δεν μας μένει τίποτα; Από τι είμαστε φτιαγμένοι και για τι είμαστε ικανοί; Για πάνω από πέντε χρόνια, αυτό το πρότζεκτ ήταν ένα όνειρο για μένα. Είναι μια έντονη, συναισθηματική ιστορία με φόντο ένα πανέμορφο, επικό φόντο, που εξερευνά τις ζωές ανθρώπων που υπέφεραν σωματικά αλλά ωριμάζουν πνευματικά. Προσπαθήσαμε να μείνουμε όσο το δυνατόν πιο κοντά σε αυτό που περνούσαν τότε οι άνδρες αυτοί. Και περάσαμε πολλές σωματικές και τεχνικές δυσκολίες για να βγάλουμε κάθε ειλικρινές συναίσθημα από την απίστευτη αυτή περιπέτεια.» – Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου



Σε μια αποστολή στην αχαρτογράφητη, άγρια φύση της Αμερικής, ο εξερευνητής Χιου Γκλας (Λεονάρντο ΝτιΚάπριο) δέχεται επίθεση από μια αρκούδα και εγκαταλείπεται από τα μέλη της ομάδας του. Μόνος και βαρύτατα τραυματισμένος, ο Γκλας αρνείται να υποκύψει. Με οδηγό την δύναμη της θέλησης και την αγάπη για την ιθαγενή γυναίκα του και τον γιο τους, ξεκινά μια Οδύσσεια μέσα από την τεράστια άγρια Δύση σε αναζήτηση του άνδρα που τον πρόδωσε, τον Τζον Φιτζέραλντ (Τομ Χάρντι). Αυτό που ξεκινά ως μια ανελέητη αποστολή για εκδίκηση εξελίσσεται σ’ ένα ηρωικό ταξίδι προς την προσωπική λύτρωση.

Ο βραβευμένος με Όσκαρ Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη τον θρύλο του Χιου Γκλας στην «Επιστροφή». Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι την φωτογραφία της ταινίας, υπογράφει ο σπουδαίος Εμανουέλ Λουμπέσκι, ίσως ο σημαντικότερος διευθυντής φωτογραφίας της γενιάς του: Children of Men – 2006, The Tree of Life – 2011, Gravity – 2013, Birdman – 2014.

«Δεν έχω ξαναδεί αυτήν την χρονική περίοδο στο σινεμά, ήταν μια εποχή φοβερά ενδιαφέρουσα ακριβώς γιατί ήταν πολύ πιο άγρια απ’ ό,τι μπορούμε να φανταστούμε. Η χώρα ήταν μια παντελώς άγνωστη άγρια περιοχή, όπου οι νόμοι δεν είχαν καμία ισχύ. Όλοι επιβίωναν όπως και τα ζώα. Αυτό που μου αρέσει πολύ στην προσέγγιση του Αλεχάντρο είναι ότι είναι ένας κινηματογραφιστής της παλιάς σχολής που πιστεύει στην τέχνη της δημιουργίας, αλλά ταυτόχρονα είναι και εκτός του συστήματος. Καταλαβαίνει πολύ καλά τη βιομηχανία αλλά μελετά εδώ και χρόνια την ιστορία του κινηματογράφου και ανέπτυξε το προσωπικό του στιλ, χωρίς συμβιβασμούς. Υπάρχουν πολύ λίγοι σκηνοθέτες που μπορούν να αποδράσουν από το καλούπι του Χόλιγουντ αλλά να καταφέρουν επίσης να κάνουν μια τόσο επική ταινία.» – Λεονάρντο Ντι Κάπριο

Το 2002 ο συγγραφέας (και πρέσβης των Η.Π.Α. στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου) Μάικλ Πανκ έγραψε το βιβλίο «The Revenant: A Novel of Revenge», πάνω στο οποίο βασίστηκε το σενάριο της ταινίας.

«Ο Λίο είναι εξαιρετικός σε κάθε μία λεπτομέρεια, σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Είναι συνεργάσιμος και πολύ έξυπνος, ενώ έφερε στον ρόλο την δική του, βαθιά σύνδεση με τη φύση. Δούλεψε στις χειρότερες συνθήκες, με τα πιο απαιτητικά κοστούμια, με το πιο ακραίο μακιγιάζ, σε σκηνές το λιγότερο εξαιρετικά απαιτητικές. Η ερμηνεία του δεν θα σας συγκινήσει απλώς, θα σας εκπλήξει.» – Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου

Η «Επιστροφή» (The Revenant – 2015), αποτελεί έναν μοναδικό κινηματογραφικό άθλο, που επάξια φέρνει εις πέρας ο καταξιωμένος Μεξικανός σκηνοθέτης. Ο Τομ Χάρντι είναι ως συνήθως πολύ καλός και αξιόπιστος, εκπληρώνοντας την αποστολή του άνετα.



«Ο Φιτζέραλντ είναι ένας πολύ ενδιαφέρων χαρακτήρας γιατί καταλαβαίνεις πλήρως τα κίνητρά του. Είναι ένας άνδρας που δεν έχει τίποτα και βλέπει τα σχέδιά του για πλούτη να εξαφανίζονται. Στο μυαλό του η κατάσταση είναι “σκότωσε για να μην σκοτωθείς” και ο Γκλας μπαίνει στον δρόμο του. Ξέρει να επιβιώνει, αλλά με διαφορετικό τρόπο από εκείνον του Γκλας.» – Τομ Χάρντι

«Είναι ένα απίστευτο ταξίδι μέσα από τα σκληρότερα στοιχεία της αχαρτογράφητης Αμερικής. Μιλά για την δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος. Η ιστορία του Γκλας είναι θρυλική αλλά ο Αλεχάντρο την χρησιμοποιεί για να διερευνήσει το τι σημαίνει να έχεις τα πάντα εναντίον σου, τι μπορεί να υπομείνει το ανθρώπινο πνεύμα και τι σου συμβαίνει όταν όντως τα υπομένεις όλα.» – Λεονάρντο Ντι Κάπριο

Πέρα από τον Ντι Κάπριο και τον Χάρντι όμως, πρωταγωνιστής του φιλμ «Η Επιστροφή» είναι η καταπληκτική του φωτογραφία, που λαμβάνει άλλο νόημα και βάθος, στα χέρια του «μάγου» Εμανουέλ «Τσίβο» Λουμπέσκι. «Η φωτογραφία του Τσίβο είναι αναπόσπαστο κομμάτι της μεθόδου του Αλεχάντρο», επισημαίνει ο Ντι Κάπριο. «Βουτάνε μαζί στο υλικό και έπειτα δουλεύουν με τους ηθοποιούς για να συγχρονίσουν φοβερά περίπλοκες κινήσεις και πλάνα. Αυτό που πετυχαίνουν στην ταινία είναι μια εικονική πραγματικότητα, μέσα στην οποία αισθάνεσαι ότι είσαι ένα με τους χαρακτήρες. Σχεδόν γίνεσαι μέρος του υποσυνείδητου του Γκλας».

«Ζώντας αυτή την περιπέτεια με τον Αλεχάντρο και τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας μπήκα πραγματικά σε μια από τις πιο εκπληκτικές, ενδιαφέρουσες και απαιτητικές εμπειρίες της ζωής μου. Η αναγνώριση της Ακαδημίας είναι μεγάλη τιμή, ειδικά ανάμεσα σε τόσους εξαιρετικά ταλαντούχους διευθυντές φωτογραφίας.» – Εμάνουελ Λουμπέσκι (Διεύθυνση Φωτογραφίας).

Οι ηθοποιοί και οι συντελεστές της ταινίας έκαναν λόγο για μια “ζωντανή κόλαση”, μιας και τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν σε θερμοκρασίες -25 °C και να ταξιδεύουν για ώρες σε απομακρυσμένες περιοχές του Καναδά και της Αργεντινής, αφού ο Ιναρίτου ήθελε να χρησιμοποιήσει μόνο φυσικό φως.

Ο Leonardo Dicaprio πρέπει να βασανίστηκε, καθώς αναγκάστηκε να συρθεί γυμνός σε μία παγωμένη πεδιάδα, να κολυμπήσει σε παγωμένα ποτάμια, προκειμένου να καταφέρει να επιβιώσει.

Bonus Info

Γυρίστηκε σε φυσικές συνθήκες: στους πάγους και τις πραγματικές θερμοκρασίες που συνέβη η αληθινή ιστορία και σε φυσικό φως. Γύρισμα σε φυσικό φως σημαίνει ότι η παραμικρή καθυστέρηση προκαλεί να χαθεί η λήψη γιατί το φως αλλάζει και δεν μπορεί να μονταριστεί το υλικό. Παγωνιά: δεν ήταν μόνο ηθοποιοί και συνεργείο που ταλαιπωρήθηκαν. Πάγωναν και τα μηχανήματα σε αυτές τις θερμοκρασίες. Ενας άθλος. Ο μεγάλος ήρωας ήταν ο Εμανουέλ Λουμπέζκι – ο 52 χρονών μεξικανός διευθυντής φωτογραφίας, με 30 χρόνια καριέρας. Μόνιμος συνεργάτης του Κουαρόν, αλλά και του Τέρενς Μάλικ: σκεφθείτε είναι ο άνθρωπος που φώτισε το «Children of Men» και «Το Δέντρο της Ζωής». Αναλογισθείτε τι έχει κάνει τα τελευταία χρόνια αυτός ο καλλιτέχνης των φακών: στο «Gravity» γύρισμα σε green box, στο «Birdman» μονοπλάνα σε εσωτερικούς κυρίως χώρους, τώρα επικά γυρίσματα, αποκλειστικά on location στις πιο αφιλόξενες περιοχές, με νατουραλιστικό φως, απέναντι στα στοιχεία της φύσης και την παγωνιά.

H αρκούδα. Σημείο αναφοράς ένα βίντεο επίθεσης αρκούδας σε γερμανικό ζωολογικό κήπο σ’ έναν επισκέπτη που έπεσε στο βιότοπό της μεθυσμένος. Υπηρξε κασκαντέρ φυσικά, αντί αρκούδας και με μεθοδευμένη χορογραφία τραβούσε και ταρακουνούσε τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο εκεί που το ζώο δάγκωνε και χτυπούσε το θύμα του. Ο ίδιος ο Ντι Κάπριο πρότεινε να υπάρχουν στιγμές ακινησίας και σιωπής, οι οποίες έχτισαν περισσότερο την ένταση.



Aς μας εξηγήσει πώς γυρίστηκε η επίμαχη σκηνή, ο υπεύθυνος της ομάδας ειδικών οπτικών εφέ, Ριτς ΜακΜπράιντ: «Με τον Αλεχάντρο συζητήσαμε 2 παραμέτρους: διαδικασία, πώς δηλαδή ένα αγρίμι επιτίθεται, τις κινήσεις, το σχέδιο, τη χορογραφία και αληθοφάνεια – δεν είναι ένα τέρας, είναι στο δικό του φυσικό περιβάλλον και προστατεύει τα παιδιά της… Ο Αλεχάντρο ήθελε η επίθεση να είναι αιφνιδιαστική και ο θεατής να νιώσει εκεί – το βάρος του ζώου, το βλέμμα του, τα σάλια του…».

Μακιγιάζ/σκηνογραφία/κοστούμια: To Revenant ήταν μεγάλη πρόκληση. Τα ρούχα έπρεπε να είναι λιγδιασμένα, αιματοβαμμένα, ένα με το δέρμα. Χρειάστηκε μεγάλη έρευνα γιατί ο Ινιαρίτου απαιτούσε αληθοφάνεια. Μόνο το κουστούμι του Λεονάρντο είχε 20 εκδοχές σε διαφορετικές στιγμές της ταινίας. Η λίγδα ήταν ένα κατασκεύασμα από μαύρο κερί που άλοιβαν τα ρούχα για να δημιουργήσουν αυτή την αίσθηση βρώμας, λάσπης, λίπους από τα ζώα που έγδερναν. Ομως τίποτα δεν ήταν απλό: δούλευαν με φυσικό φως, να θυμίσουμε, κι αυτό σημαίνει ότι χρειαζόταν διαφορετική ποσότητα μαύρου κεριού για να επιτύχεις ομοιομορφία. Ενας εφιάλτης. 2.30 ώρες στο μακιγιάζ κάθε μέρα ο Λεονάρντο. 20 λεπτά ήθελαν μόνο για το μούσι του. Δούλεψαν με μάσκες σιλικόνης, κερί για τον πάγο στα μαλλιά και τα γένια, 10 διαφορετικούς τόνους χρώματος στο αίμα που έπρεπε να αναβλύζει από τις πληγές, μακιγιάζ που να αποτυπώνει τις πληγές στο φυσικό φως. Το προσθετικό μακιγιάζ μπορεί να πρέπει να είναι αόρατο: του έδιναν προσθετικά σιλικονένια γάντια για τα χέρια όταν έπρεπε να έρπεται για ώρες στο χιόνι, καθώς υπήρχε φόβος για κρυοπαγήματα.

 


Το φιλμ αποτελεί μία καθηλωτική κινηματογραφική εμπειρία που αποτυπώνει την επική περιπέτεια επιβίωσης ενός άντρα και την ασυνήθιστη δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος. Η «Επιστροφή» των Ινιαρίτου και Ντι Κάπριο θριάμβευσε στις Χρυσές Σφαίρες – κατακτώντας συνολικά τρία σημαντικά βραβεία, αυτά της Καλύτερης Δραματικής Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας (Αλεχάντρο Γ. Ινιαρίτου) αλλά και Καλύτερου Α’ Ανδρικού Ρόλου Δραματικής Ταινίας για τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο. Επίσης το φιλμ προτάθηκε γα 12 Όσκαρ, κερδίζοντας τα 3: ένα Όσκαρ Σκηνοθεσίας (Ινιάρτιου), ένα Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου (Ντι Κάπριο) και ένα Όσκαρ Καλύτερης Φωτογραφίας (Εμμάνουελ Λουμπέζκι) . Το βιβλίο που ενέπνευσε την ομώνυμη κινηματογραφική ταινία, υπογράφει ο Μάικλ Πανκ και κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Key Books.


Γράφει ο George James


Πηγές:

Η εκπληκτική αληθινή ιστορία του Χιού Γκλας στην ταινία "The Revenant"

Ένα αυθεντικό κινηματογραφικό ταξίδι: Η «Επιστροφή» του Ινιαρίτου

5 πράγματα που δεν ξέρατε για το «Revenant»

Όσκαρ 2016: Η φρικιαστική, αληθινή ιστορία πίσω από την βραβευμένη ταινία ‘Επιστροφή’











Σχόλια